Επιβλέποντες καθηγητές: Σ.Γυφτόπουλος, Ε.Κλαμπατσέα
Σύμβουλοι: Η.Καρύδη, Μ.Παπαϊωάννου
Αρχιτεκτόνων Μηχανικών Ε.Μ.Π.
Ημερομηνία Παρουσίασης: 27/3/2015
Ακόμα και αν χάνεται μέσα τους σύγχρονους αστικούς χώρούς,
το νερό παραμένει βασικό συστατικό της ζωής. Με το ταξίδι της βροχής, του πάγου
ή του χιονιού προς τη θάλασσα, το νερό δημιουργεί αξεπέραστες χαράξεις στη γη
επηρεάζοντας τα γόνιμα εδάφη και ορίζοντας σημεία στα οποία αναπτύχθηκε η
ανθρώπινη ιστορία.
Ο Ποδονίφτης μαζί με τους συμβάλλοντες κλάδους του αποτελεί
τον τελευταίο φυσικό χώρο μίας πυκνοδομημένης έκτασης. Επιλέξαμε λοιπόν να
ασχοληθούμε με αυτή τη μεγάλου μήκους υδάτινη γραμμή η οποία διασχίζει
διαφορετικού χαρακτήρα περιοχές της Αθήνας και διατηρείται σε μεγάλο τμήμα στη
φυσική της κατάσταση, με ένα πλούσιο οικοσύστημα το οποίο φιλοξενεί 30
διαφορετικά είδη πουλιών. Πρόκειται για ένα χείμαρρο με ακατάστατη ροή που
πηγάζει από τις νοτιοδυτικές πλαγιές του Πεντελικού όρους. Αποτελεί παραπόταμο
του Κηφισού και είναι το σημαντικότερο ρέμα του βορειοανατολικού τμήματος του
λεκανοπεδίου, αφού ξεπερνά σε μήκος τα 15 χιλιόμετρα ενώ αποστραγγίζει το 15%
αυτού.
Η προβληματική μας ξεκίνησε από τη διαφορετική συμπεριφορά
των ρεμάτων στον αστικό χώρο. Λόγω της
θέσης τους είναι πολύ ευαίσθητα σε πιέσεις που συνδέονται με την αλλαγή χρήσης
γης και την αστικοποίηση, παρουσιάζουν αλλαγές στην υδρολογία, στην υδρογραφία
τους καθώς και μειωμένη βιοποικιλότητα. Εξακολουθούν όμως να διατηρούν το
φυσικό και γεωγραφικό τους χαρακτήρα, συμβάλλοντας στην αντιπλημμυρική
προστασία των πόλεων και παραμένοντας φυσικοί διάδρομοι, με ειδικές μικρο-κλιματικές
συνθήκες. Μέχρι σήμερα έμφαση δινόταν στο υδραυλικό ζήτημα, ενώ τα τελευταία
χρόνια σε παγκόσμιο επίπεδο έχει αναγνωριστεί ο ρόλος των ρεμάτων και η δυναμική τους ως αυτόνομα
οικοσυστήματα, που γεννά και υποστηρίζει η συνεχής στο χώρο και στο χρόνο παρουσία
του νερού.
Αναφορές για την περιοχή του Ποδονίφτη υπάρχουν ήδη από το
1802, ενώ κατά τον 20ο αιώνα συνδέεται με τη δημιουργία του προσφυγικού
οικισμού στη Ν. Φιλαδέλφεια και Ν. Ιωνία και τις βιομηχανικές εγκαταστάσεις,
που παρέμεναν ενεργές μέχρι το 1990. Η σημερινή κατάσταση της ευρύτερης
περιοχής του ρέματος χαρακτηρίζεται από μεικτές χρήσεις, μεγάλα ύψη στο τμήμα
προς τον Κηφισό, αρκετά εγκαταλελειμμένα κτίρια που καταπατούν τα όρια της
πλημμυρίδας ενώ εξυπηρετείται ικανοποιητικά από το δίκτυο μέσων μαζικής
μεταφοράς.
Με τη συνεχή παράλληλη κίνηση στο ρέμα και την ελεύθερη
πρόσβαση στο επίπεδο του, δημιουργούμε μία στενότερη σχέση της πόλης με το νερό
(προσεγγίζω), ενισχύουμε τη βιοποικιλότητα και εισάγουμε την έννοια της
οικοεκπαίδευσης σε όλο το μήκος του ρέματος, μίας ιδιαίτερης εκπαιδευτικής
διαδικασίας που απευθύνεται σε όλες τις κοινωνικές ομάδες (μαθαίνω) και πιστεύουμε
ότι αυτές οι εμπειρικές σχέσεις με το νερό και τη φύση αποτελούν την πιο
αποτελεσματική μακροχρόνια επένδυση που μπορεί να εξασφαλίσει την προστασία του
ρέματος (βιώνω).
Μελετήσαμε σε τρία ξεχωριστά σημεία πώς μπορεί να
διαμορφωθεί η σχέση της πόλης με το ποτάμι.
Οι διαβαθμίσεις της βιοποικιλότητας και της δημόσιας χρήσης
παρουσιάζουν πώς με τις κινήσεις μας η φύση μπορεί να διαχυθεί στην πόλη, μέσω
της βιοποικιλότητας αλλά και το αντίστροφο, μέσω της πρόσβασης (οπτική ή
φυσικής) των ανθρώπων στο ρέμα.
Ξεκινώντας από το εντοιχισμένο κομμάτι του
ρέματος, απομακρύνουμε το ένα τοιχίο και δημιουργούμε μικρά επίπεδα που
καταλήγουν στην κοίτη του, επαναφέροντας έτσι τη φυσικότητά του. Αυτή η
χειρονομία, ανακουφίζει από τα πλημμμυρικά φαινόμενα, καθώς το νερό πλέον θα
έχει περισσότερο χώρο για να κινηθεί ενώ οι αδρές επιφάνειες μειώνουν τη
ταχύτητά του. Το σκηνικό θα αλλάζει σε όλη τη διάρκεια του χρόνου, με τη στάθμη
του νερού να αποκαλύπτει ή να κρύβει τμήματα του χώρου και αντίστοιχα τη
φύτευση (υδρόφιλη, υδροχαρή) να αναπτύσσεται σε διαφορετικά επίπεδα.
Στο κόμβο Δεκελείας και Αχαρνών το ρέμα χάνεται κάτω από την
κίνηση των δύο λεωφόρων. Σε αυτό το σημείο επιλέγουμε να δημιουργήσουμε ένα
κτίριο-γέφυρα, μία υπέργεια σύνδεση που ακολουθεί σε σχήμα το ίχνος του
ρέματος, δημιουργεί μία πύλη εισόδου για την πόλη των Αθηνών και αποτελεί τη
μετάβαση από το εντοιχισμένο κομμάτι του ρέματος στο φυσικό. Εκεί θα
στεγάζονται οι λειτουργίες του κέντρου περιβαλλοντικής εκπαίδευσης του
Ποδονίφτη, αφετηρία όλων των δραστηριοτήτων και των διαδρομών επί του ρέματος.
Οι ιδέες μας στοχεύουν στο πώς μπορούμε να βιώσουμε τα
φυσικά στοιχεία με νέες παραμέτρους : το ρέμα του Ποδονίφτη να είναι μία
εμπειρία μεταπτώσεων από αστικά σε φυσικά χαρακτηριστικά, με εναλλαγές ήχων,
οπτικών πεδίων, μεταθέσεις του ορίζοντα, απόκρυψη και εμφάνιση του ρέματος και
των αστικών μετώπων, αυξομειώσεις χρόνων κίνησης, επαφή με την υλικότητα του
χώματος και του νερού.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου